ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΗΣ ΒΑΣΗΣ
Ανάμεσα στα νησιά του Αιγαίου, τον πιο στρατηγικό ρόλο στην εξέλιξη της ιταλικής αρχιτεκτονικής στα Δωδεκάνησα έπαιξε η νήσος Λέρος. Αυτό συνέβη λόγω της γεωγραφικής της θέσης στη Μεσόγειο Θάλασσα και λόγω της ιδιαίτερης μορφολογίας της. Αυτοί είναι οι κύριοι λόγοι για τους οποίους οι Ιταλικές Δυνάμεις επέλεξαν τη Λέρο για να φιλοξενήσει την κύρια ναυτική βάση του Ιταλικού Ναυτικού κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’30 και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Από τους πέντε κύριους κόλπους του νησιού, αυτός του Λακκίου θεωρείται το μεγαλύτερο φυσικό λιμάνι της ανατολικής Μεσογείου, χαρακτηριστικό που οδήγησε ήδη από το 1916 στην εκμετάλλευσή του από το Βρετανικό Ναυτικό για τις ανάγκες του στην Μεσόγειο. Επιπλέον, σύμφωνα με το ANNUARIO AMMINISTRATIVO E STATISTICO- ERM. ARMAO, αναφέρεται η ίδρυση μιας αγγλικής ναυτικής βάσης. Στην ΑΡΜΑΟ, αναφέρεται η ίδρυση αγγλικής ναυτικής βάσης. Στα χρόνια που ακολούθησαν, η βρετανική αναγνώριση της ιταλικής κυριαρχίας οδήγησε στη αποκλειστική χρήση της βάσης από τους Ιταλούς, οι οποίοι σταδιακά επέκτειναν τις εγκαταστάσεις ώστε να θεωρείται η μεγαλύτερη στρατιωτική βάση της Ανατολικής Μεσογείου, μετά τη Μάλτα.
Ο σκοπός της Ιταλίας ήταν καθαρά στρατηγικός: η οχύρωση της Λέρου και η δημιουργία μιας μεγάλης στρατιωτικής βάσης, προκειμένου οι Ιταλοί να ελέγχουν μια περιοχή που ήταν πολύ ζωτική για όλες τις μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης.
Η βάση, σύμφωνα με το σχέδιο, θα διέθετε εγκαταστάσεις για το Ναυτικό, την Αεροπορία και τον Στρατό, καθώς και εργαστήρια παραγωγής στρατιωτικού εξοπλισμού. Τα επόμενα χρόνια, οι περιοχές των Λεπίδων και του Αγίου Γεωργίου επιλέχθηκαν για την εγκατάσταση της βάσης, λόγω πλεονεκτημάτων που σχετίζονταν με τη γεωμορφολογία του κόλπου, η οποία εξασφάλιζε την προστασία της βάσης τόσο από τη θάλασσα όσο και από τον αέρα, η οποία θα επιτυγχανόταν με την εγκατάσταση μεγάλου αριθμού αντιαεροπορικών πυροβόλων σε στρατηγικά σημεία.
Η περιοχή χρησιμοποιείται από το 1923 για την αποθήκευση διαφόρων υλικών. Τον Μάιο, ξεκίνησαν οι πρώτες εργασίες.
Η τοπική εφημερίδα “Φωνή των Δωδεκανήσου” έγραψε στην έκδοσή της της 16ης Ιουλίου 1923:
Προετοιμαστείτε να πετάξετε! Έχουμε ενημερωθεί ότι στη Λέρο, και πιο συγκεκριμένα στη Λακκί, κοντά στην περιοχή Λεπίδα, όπου ήταν η έπαυλη του Τσιγκάδα Πασά, πρόκειται να εγκατασταθεί μια ιταλική αεροπορική βάση. Από τη μία πλευρά, αυτή η Βάση θα είναι για στρατιωτικούς σκοπούς. Από την άλλη πλευρά, αυτή η αεροπορική βάση θα χρησιμοποιηθεί επίσης για διεθνείς μεταφορικούς σκοπούς. Επίσης, στο λιμάνι του Λακκιού, η ιταλική στόλος έχει τα πλοία της.
Και στις 1η Σεπτεμβρίου 1923, η ίδια εφημερίδα δημοσίευσε άλλο άρθρο σχετικά με την αεροπορική βάση:
Στο Λακκί, όχι μόνο θα εγκατασταθούν αεροπορική βάση και συναφή εργαστήρια, αλλά θα γίνουν επίσης όλες οι απαραίτητες προετοιμασίες για τη δημιουργία ενός κτιριακού συγκροτήματος για τις ανάγκες της βάσης. Τρία (3) μεταγωγικά πλοία, εκτοπίσματος 3.000 τόνων το καθένα, μετέφεραν σε αυτήν την περιοχή διάφορα στρατιωτικά εφόδια, δώδεκα (12) υδροπλάνα, τσιμέντο, κ.λπ. Επιπλέον, περίπου 100 Ιταλοί αξιωματικοί και 300 στρατιώτες και τεχνικοί του Μηχανικού αποβιβάστηκαν επίσης στην περιοχή. Επιτάχθηκαν ιδιωτικές κατοικίες για να στεγάσουν όλες αυτές τις δυνάμεις.
Οι αναρτήσεις αυτής της εφημερίδας συνεχίζουν να περιγράφουν την πρόοδο του κόσμου.
On the paper of October 16th, 1923, titled “Leros, The new Italian Naval Base”, we read:
“Το νησί μετατράπηκε σε ιταλική ναυτική και αεροπορική βάση. Από τον Μάιο, οι Ιταλοί έχουν ήδη εγκαταστήσει αεροπορικό σταθμό στην περιοχή. Τους επόμενους μήνες, οι Ιταλοί μετέφεραν στην περιοχή κάθε είδους στρατιωτικά εφόδια για να υποστηρίξουν τη λειτουργία της Βάσης. Μια μέρα πριν την κατάληψη της Κέρκυρας από τα ιταλικά στρατεύματα (31 Αυγούστου 1923), είκοσι δύο (22) βαριά αντιτορπιλικά πλοία του Ιταλικού Ναυτικού αγκυροβόλησαν στο λιμάνι του Λακκίου.”
Kαι συνεχίζει:
“Στον κόλπο του Λακκιού, στα αριστερά καθώς εισερχόμαστε, στο σημείο Cazzuni, οι Ιταλοί εγκατέστησαν βαριά ναυτικά πυροβόλα, όπως και στο Παλαιόκαστρο και επίσης στο μεσαιωνικό φρούριο Στο λιμάνι του Λακκιού, οι Ιταλοί αγκυροβόλησαν σαράντα (40) σημαδούρες και εκφόρτωσαν περισσότερους από 25.000 τόνους κάρβουνο, κοντά στην περιοχή του Αγίου Γεωργίου. (…) Επίσης, κατασκευάζονται υπόστεγα για τα υδροπλάνα….”“
Από το 1927 μέχρι το 1932 έγιναν απαλλοτριώσεις, οι οποίες παρείχαν τον απαραίτητο χώρο για την δημιουργία της στρατιωτικής βάσης. Τον Οκτώβριο του 1932, ο Ιταλός διοικητής των Δωδεκανήσων, Μάριο Λάγκο, επισκέφθηκε την περιοχή για να επιθεωρήσει την πρόοδο των έργων, συνοδευόμενος από τον αρχιτέκτονα Φλορεστάνο ντι Φάουστο, ο οποίος είχε ήδη σχεδιάσει και τις κατοικίες για τους αξιωματικούς.
Για την εγκατάσταση της Αεροπορικής Βάσης της Ιταλικής Αεροπορίας (Regia Aeronautica), η περιοχή των Λεπίδων διαμορφώθηκε κατάλληλα. Στο νοτιοδυτικό τμήμα της περιοχής εγκαταστάθηκαν στρατιωτικές και τεχνικές εγκαταστάσεις. (Regia Aeronautica), η περιοχή των Λεπίδων διαμορφώθηκε κατάλληλα. Στην νοτιοδυτική πλευρά της περιοχής εγκαταστάθηκαν κυρίως στρατιωτικές και τεχνικές εγκαταστάσεις. Αυτές οι εγκαταστάσεις περιλάμβαναν ένα βοηθητικό και δύο κύρια υπόστεγα για υδροπλάνα, εργαστήρια επισκευών από ιδιωτικές ιταλικές εταιρείες, δύο ατσάλινους γερανούς για την ανύψωση των υδροπλάνων, καθώς και ειδικά τμήματα προστασίας του Στρατού, με βοηθητικές στρατιωτικές υπηρεσίες και αποθήκες για τρόφιμα, ανταλλακτικά και υλικά.
Τα δύο κύρια υπόστεγα ήταν κατασκευασμένα από χάλυβα και αλουμίνιο Η συνολική επιφάνεια κάθε υπόστεγου ήταν 7.500 τ.μ. Οι δικτυωτοί ράβδοι συναρμολογήθηκαν ως πλέγμα, με υαλοστάσια γύρω-γύρω, κοντά στην κορυφή των πλευρών Η εξωτερική πλευρά ήταν βαμμένη σε χρώματα παραλλαγής, για την προστασία και την κάλυψη της Βάσης. Επίσης, οι φυσικοί βράχοι πίσω από τις κατασκευές χρησιμοποιήθηκαν ως μέρος της παραλλαγής.
Την ίδια χρονική περίοδο κατασκευάστηκαν το Διοικητήριο της Βάσης (Regio Aeroporto) και ο τριώροφος στρατώνας για τη διαμονή των πληρωμάτων των υδροπλάνων (Caserma Avieri) (4.628 τ.μ.). Επιπλέον, το μοναδικό κτήριο της περιοχής από την Οθωμανική Περίοδο, η βίλα του Τσιγκάδα Πασά (499 τ.μ.) τροποποιήθηκε για να χρησιμοποιηθεί ως Λέσχη των Αξιωματικών της Βάσης Υδροπλάνων.
Η ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΗΣ ΒΑΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ Β ΠΠ
Κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου και στις αρχές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι παρακάτω μονάδες σταθμεύονταν και επιχειρούσαν στη Βασιλική Αεροπορική Βάση “Gianni Rossetti” (Regio Aeroporto “Gianni Rossetti”):
- 185η Μοίρα / 84η Όμαδα Θαλάσσιας Αναγνώρισης (185 Squadriglia / 84° Gruppo Ricognizione Marittima)
Έφτασε στη Λέρο την 1η Οκτωβρίου 1937 και αποτελούνταν από έξι (6) υδροπλάνα CANT Z.501 Gabbiano Gabbiano seaplanes
- 147η Μοίρα / 84η Ομάδα Θαλάσσιας Αναγνώρισης (147 Squadriglia / 84° Gruppo Ricognizione Marittima)
Αποτελούνταν από έξι (6) υδροπλάνα CANT Z.501 Gabbiano Gabbiano seaplanes
- 161η Ανεξάρτητη Μοίρα Καταδίωξης (161 Squadriglia Autonoma Caccia Marittima) Αποτελούνταν από δύο (2) υδροπλάνα αναγνώρισης μονής πλευστικής δεξαμενής IMAM Ro.43 και επτά (7) υδροπλάνα μάχης IMAM Ro.44
92η Ομάδα Ενάλιου Βομβαρδισμού (92 Gruppo bombardamento marittimo) Ο όμιλος μεταφέρθηκε από το Αεροδρόμιο Orazio Pierozzi (Μπρίντιζι) στη Λέρο στις 28 Μαΐου 1932
- 92η Ομάδα Ενάλιου Βομβαρδισμού (92 Gruppo bombardamento marittimo)
Ο όμιλος μεταφέρθηκε από το Αεροδρόμιο Orazio Pierozzi (Μπρίντιζι) στη Λέρο στις 28 Μαΐου 1932
- V Μικτό Σμήνος Αιγαίου (V Stormo misto Egeo)
Σχηματίστηκε στις 15 Ιουνίου 1932 και σταθμεύτηκε στη Λέρο
Η πλειοψηφία των υδροπλάνων που σταθμεύονταν στη Λέρο κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν παλαιού τύπου αεροσκάφη, που αντιμετώπιζαν πολλές βλάβες και είχαν πολύ λίγες δυνατότητες Γι’ αυτόν τον λόγο, η πλειοψηφία τους χρησιμοποιήθηκε και λειτούργησε για αποστολές έρευνας και διάσωσης και για αναγνώριση.
ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ – Η ΤΥΧΗ ΤΩΝ ΥΠΟΣΤΕΓΩΝ
Κατά τη μεταπολεμική περίοδο, στα μέσα της δεκαετίας του ’50, τα δύο μισοκατεστραμμένα από τους βομβαρδισμούς του Σεπτεμβρίου – Νοεμβρίου 1943 κύρια υπόστεγα της Αεροπορικής Βάσης της Λέρου μεταφέρθηκαν αποσυναρμολογημένα στην ηπειρωτική Ελλάδα, εκ των οποίων το ένα συναρμολογήθηκε ξανά στην Αεροπορική Βάση της Δεκέλειας και το άλλο στην Αεροπορική Βάση της Ελευσίνας.
Τα έργα πραγματοποιήθηκαν εκείνη την εποχή υπό την εποπτεία της Μοίρας Κατασκευών της Ελληνικής Βασιλικής Αεροπορίας (ΣΚΕΒΑ), προδρόμου της ΜΑΚ (Μοίρα Αεροπορικών Κατασκευών) και της 206 ΠΑΥ (206 Πτέρυγας Αεροπορικών Υποδομών).
Ο εξαιρετικά μεγάλος κίνδυνος συναρμολόγησης των ζευγών ημιαγωγών σε μεγάλο ύψος ήταν ο λόγος για τον οποίο απονεμήθηκε Έπαινος για εξαιρετικές υπηρεσίες στους σμηνίτες “εναερίτες” το 1949, οι οποίοι προήχθησαν στον βαθμό του Υποσμηναγού Α’.
Το υπόστεγο της 356 ΜΤΜ (356 Μοίρα Τακτικών Μεταφορών), καθώς και το λεγόμενο υπόστεγο “Λέρος”, όπου στεγάζεται σήμερα το Μουσείο της Ελληνικής Αεροπορίας στην αεροπορική βάση της Δεκέλειας, είναι αξέχαστα μνημεία της τεχνολογίας κατασκευής αεροσκαφών με ιδιαίτερο ιστορικό και αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον.
Περαιτέρω ανάγνωση:https://www.haf.gr/history/museum/ https://www.haf.gr/…/anakainish-ypostegoy-356-mtm-ths…/ https://issuu.com/mistrio/docs/106.14.04_7b46429f0b4eea/1